Μαρίνος Χαρβούρης [οι περιπέτειες ενός δαιμόνιου Κεφαλονίτη]

Παρουσίαση στο Πνευματικό Κέντρο Κουρκουμελάτων, σε εκδήλωση που διοργάνωσε ο Σύλλογος Φίλων Κοργιαλενείου Μουσείου, 24-7-2009

Όταν οι ιστορικές πηγές στις οποίες ανατρέχει κανείς για να μελετήσει τη ζωή και το έργο μιας προσωπικότητας είναι τόσο αντιφατικές και αντικρουόμενες, όπως στην περίπτωση του κεφαλονίτη μηχανικού Μαρίνου Χαρμπούρη, όταν ιστορικοί και ιστοριοδίφες της εποχής του και μεταγενέστεροι, όπως ο Άνθιμος Μαζαράκης, ο Andre Grasset de Saint Sauveur, οι Μαρίνος και Νικόλαος Πινιατώρος, ο Ηλίας Τσιτσέλης και πολλοί άλλοι επιχειρούν ο καθένας να φωτίσει τη δική του αλήθεια γύρω από τη ζωή του, όταν μόλις το 2001 κυκλοφορεί το μυθιστόρημα «Οι αδελφοί Χαρμπούρη» στην αγγλική γλώσσα από την Πήτρη Χαρμπούρη, φέρνοντας στο φως νέα στοιχεία για τη ζωή του μέσα από τη λογοτεχνική γραφή, βασισμένη σε αρχειακό υλικό, όταν λοιπόν συμβαίνουν όλα αυτά, σημαίνει πως η ζωή αυτού του ανθρώπου πρέπει να παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Όχι μόνο επειδή έμεινε στην Ιστορία γιατί πραγματοποίησε ένα τεράστιο τεχνικό επίτευγμα, αλλά και επειδή αξίζει κανείς να βλέπει, πέρα και πίσω από τη δόξα και τη λάμψη ενός μεγάλου κατορθώματος, τις λεπτομέρειες της ζωής του που καθόρισαν την πορεία του. Τα φώτα και τις σκιές στη ζωή του που χρωμάτισαν με τον δικό τους τρόπο το έργο του. Αυτά τα φώτα και τις σκιές θα επιχειρήσουμε να δούμε με συντομία, προσπαθώντας να πορευτούμε μέσα στις αντιθέσεις των ιστορικών μαρτυριών.

Κρήτη, Πελοπόννησος και, τέλος, Κεφαλονιά – η πορεία της οικογένειας Χαρμπούρη, πορεία παρόμοια με πολλών άλλων οικογενειών μετά την Άλωση της Πόλης. Στο βενετοκρατούμενο Αργοστόλι των αρχών του 18ου αιώνα, τρία από τα παιδιά του Δημητρίου Χαρμπούρη και της Αικατερίνης Σουμάκη-Λιβιέρη, κατά το παράδειγμα πολλών νέων της εποχής, θα αφήσουν τη γενέθλια πόλη για να σπουδάσουν στην Ιταλία. Η χρυσοβιβλική οικογένεια την εποχή της ακμής της Βενετίας, αν πιστέψουμε ορισμένες μαρτυρίες πρέπει να είχε χάσει κάτι από τη λάμψη της, μια και αναφέρεται ότι ο Δημήτριος ήταν οπωροπώλης στο Αργοστόλι. Ο μεγαλύτερος, ο Ιωάννης Βαπτιστής, θα σπουδάσει ιατρική στη Μπολόνια και θα διαγράψει λαμπρή σταδιοδρομία τόσο ως ιατρός όσο και ως πανεπιστημιακός δάσκαλος στην Ιταλία, στη Γαλλία αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο μικρότερος, ο Μάρκος, θα διαπρέψει ως πανεπιστημιακός καθηγητής της Χημείας και θα έρθει σε επαφή με τους κορυφαίους επιστήμονες της εποχής του. Ο μεσαίος, ο Μαρίνος, γεννημένος το 1729, θα σπουδάσει εφαρμοσμένα μαθηματικά, παρότι οι γονείς του επιθυμούσαν να αφιερωθεί στη νομική επιστήμη.

Η νεανική ηλικία του Μαρίνου θα σημαδευτεί από μια πράξη η οποία θα τον ακολουθεί σε ολόκληρη τη ζωή. Ο ίδιος αισθάνεται την ανάγκη να μιλήσει γι’ αυτήν στον πρόλογο του βιβλίου του που αναφέρεται στο μεγάλο τεχνικό επίτευγμα της ζωής του. Μαζί με την προβολή του άθλου του, ο ίδιος αποκαλύπτει το πιο σκοτεινό κομμάτι της ζωής του. Ας ακούσουμε τα λόγια του (μιλά για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο): «Ένα πάθος, πάντοτε επίμονο στην νεανική ηλικία, αλλά εκατό φορές πιο τυραννικό στα θερμά κλίματα, τον έκανε να προβεί σε μια πράξη βίας, η οποία για την ηλικία του θα μπορούσε να ήταν συγχωρητέα, αλλά που η καρδιά του έπρεπε να μισήσει και που ο νόμος δεν μπορούσε να μην καταδιώξει». Ένα πάθος – αυτό ήταν και ολόκληρη η ζωή του Χαρμπούρη. Μόνο που εδώ επρόκειτο, όπως οι ιστορικές μαρτυρίες αφήνουν να εννοηθεί, για ερωτικό πάθος. Ερωτικό πάθος για μια νεαρή γυναίκα. Μια γυναίκα που λέγεται ότι απίστησε στον Μαρίνο και αυτός, κυριευμένος από το πάθος, τη σκότωσε. Ποιο άλλο έγκλημα ενάντια σε μια γυναίκα θα μπορούσε να μην αποκρυβεί εκείνη την εποχή; Ποιο άλλο έγκλημα ήταν αδύνατο να μη διωχθεί; Αυτό ακριβώς το έγκλημα – οι τύψεις αλλά και κυρίως η ανάγκη να αποφύγει τη δίωξη τον οδηγούν να φύγει από τα εδάφη της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας. Δεν ξέρουμε ποια θα ήταν η τύχη του Μαρίνου αν είχε μείνει να υποστεί τις συνέπειες. Ο ίδιος βέβαια λέει εκ των υστέρων ότι η εξορία ήταν επιβεβλημένη για λόγους συνειδήσεως, ότι ήταν ένα είδος ποινής που επέβαλε στον εαυτό του, να φύγει για την πατρίδα του. Κατά τη γνώμη μου, αυτό που υπερίσχυσε, όπως και στον φόνο, ήταν το ένστικτο: αυτή τη φορά, αυτό της επιβίωσης.

Με συστάσεις του αδελφού του φεύγει για την Τεργέστη, και το 1761 κατατάσσεται στον στρατό της Μαρίας Θηρεσίας. Έπειτα, φεύγει στη Ρωσία, την καινούρια μεγάλη δύναμη που αντλεί από την Δυτική Ευρώπη ανθρώπινο επιστημονικό και καλλιτεχνικό δυναμικό, αλλά και τεχνογνωσία, οικοδομώντας μια καινούρια μεγάλη δύναμη στην ευρωπαϊκή σκακιέρα. Καθώς είναι φυγόδικος στη Βενετική Επικράτεια, αλλάζει το όνομά του σε Λάσκαρης. Για τον φιλόδοξο Μαρίνο η Ρωσία ήταν ένα λαμπρό πεδίο δόξας – ο σύνδεσμός του με τη ρωσική πραγματικότητα, σύμφωνα με τις περισσότερες μαρτυρίες, ήταν ένας Κεφαλονίτης που διέπρεπε στον ρωσικό στρατό, ο στρατηγός Πέτρος Μελισσηνός, ο οποίος τοποθέτησε τον συμπατριώτη του στο γραφείο του Γάλλου διευθυντή του μηχανικού τμήματος της στρατιωτικής σχολής. Η άνοδός του στην ιεραρχία του ρωσικού στρατού ήταν ραγδαία – η αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη Β΄ σύντομα του απονέμει τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη μηχανικού. Την ίδια περίοδο φέρεται να πραγματοποιεί τον πρώτο του γάμο, στη Ρωσία, με την Ελένη, κόρη του συμβούλου επί των εξωτερικών της Επικρατείας. Οι γυναίκες φαίνεται πως αποτελούσαν σημαντικό κεφάλαιο στη ζωή του Χαρμπούρη - ωστόσο κι εδώ η μοίρα έπαιξε το παιχνίδι της. Η Ελένη πέθανε ενώ ο Μαρίνος βρισκόταν ακόμα στη Ρωσία.

Την περίοδο της ανέλιξης του Χαρμπούρη στην ιεραρχία του ρωσικού στρατού, η αυτοκράτειρα Αικατερίνη συλλαμβάνει το σχέδιο της ανέγερσης ενός ανδριάντα του Μεγάλου Πέτρου στην Αγία Πετρούπολη – αναθέτει δε την υλοποίηση του έργου στον διάσημο Γάλλο γλύπτη Ετιέν Μωρίς Φαλοκονέ. Ο Μαρίνος φαίνεται να εμπλέκεται από νωρίς στην υλοποίηση αυτού του σχεδίου που περιλάμβανε και την κατασκευή τόσο του οικοδομήματος όπου θα χυνόταν ο ανδριάντας όσο και του βάθρου πάνω στο οποίο θα τον τοποθετούσαν. Η επιτυχής λύση που έδωσε στο πρώτο θέμα τον βοήθησαν να ανατρέψει την αρχική απόφαση και να περάσει την πρότασή του για την μεταφορά ενός τεράστιου μονόλιθου από γρανίτη που θα έδινε στον ανδριάντα τις μνημειακές διαστάσεις που του έπρεπαν. Ο Χαρμπούρης δεν είχε μόνο τις λύσεις. Είχε και τη δύναμη της πειθούς. Και η λύση του προκρίθηκε τόσο από τον υπουργό δημοσίων έργων της Αικατερίνης στρατηγό Μπετσκόι και την ίδια την τσαρίνα.

Αξίζει να δείτε και αποσπάσματα από το ντοκιμαντέρ για τον Χαρμπούρη, παραγωγής του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας:




Δεν θα υπεισέλθουμε στις τεχνικές λεπτομέρειες της μεταφοράς του βράχου, βάρους τριών χιλιάδων λιτρών από την περιοχή της Λάκχτα, στη σημερινή Ρωσική Δημοκρατία της Καρελίας, στην Αγία Πετρούπολη, από στεριά και θάλασσα, σε συνολική απόσταση 14 μιλίων. Θα σημειώσουμε μόνο ότι το τεράστιο αυτό για την εποχή του τεχνικό επίτευγμα, που ολοκληρώθηκε στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1769, ήταν αυτό που έδωσε στον Μαρίνο τεράστια φήμη και καταξίωση, κάνοντας ολόκληρο τον επιστημονικό κόσμο της Ευρώπης να ασχολείται μαζί του. Θα πρέπει να σημειώσουμε βέβαια ότι ο Σαιν-Σωβέρ, αφήνει να εννοηθεί ότι ο Μαρίνος ουσιαστικά υπεισήλθε στη θέση του γάλλου προϊσταμένου του στο μηχανικό και ουσιαστικά οικειοποιήθηκε το επίτευγμα. Ο Άνθιμος Μαζαράκης αντικρούει με επιχειρήματα αυτές τις μαρτυρίες, ως κακόβουλες και συκοφαντικές. Ακόμη κι αν ισχύει όμως ότι η αρχική σύλληψη ανήκε σε κάποιον άλλον η υλοποίηση ενός τέτοιου εγχειρήματος απαιτούσε σε όλη τη διάρκεια της και με τις αντιξοότητες που πρόβαλλαν διαρκώς, ακατάπαυστη εγρήγορση, εφευρετικότητα και εξεύρεση λύσεων. Κι αυτό, όπως δείχνουν οι μαρτυρίες, φαίνεται να ήταν υπόθεση του Χαρμπούρη, όπως φαίνεται να αποδέχεται η συντριπτική πλειοψηφία των ιστορικών.

Δεν είναι μόνο η μεγάλη φήμη και δόξα που έρχεται μετά από αυτό τον άθλο. Ραγδαία είναι και η άνοδός του στην ρωσική νομενκλατούρα: Αποκτά τίτλους και αξιώματα στον ρωσικό στρατό, κοινωνική καταξίωση και δύναμη, ουδέποτε όμως κατορθώνει να εισπράξει τη χρηματική αμοιβή που είχε προκηρύξει η αυτοκράτειρα για όποιον κατόρθωνε το μεγάλο αυτό τεχνικό επίτευγμα.

Για έναν άνθρωπο σαν τον Μαρίνο αυτός ο άθλος φαίνεται ότι δεν ήταν αρκετός. Αρχίζει να συλλαμβάνει ένα μακρόπνοο σχέδιο που θα μπορούσε να τον οδηγήσει πίσω στην πατρίδα του, την Κεφαλονιά: Θεωρεί ότι το κλίμα της Κεφαλονιάς είναι κατάλληλο για να αναπτυχθούν εκεί σε μεγάλη έκταση καλλιέργειες αποικιακών προϊόντων που μέχρι τότε η Ευρώπη ήταν αναγκασμένη να εισάγει από την Αμερική: ινδικό (λουλάκι), ζαχαροκάλαμο, καφές και άλλα. Προτείνει στην Αικατερίνη το σχέδιό του και αυτή δεν διστάζει να του παράσχει οικονομική ενίσχυση. Δεν ξέρουμε αν η Αικατερίνη συγκλονίστηκε από το μεγαλοφυές σχέδιο – το σίγουρο είναι ότι η ιδέα της οικονομικής (και όχι μόνο) διείσδυσης στη Μεσόγειο, και μάλιστα σε εδάφη της πνέουσας τα λοίσθια παλιάς θαλασσοκράτειρας Βενετίας, κάτω από τη μύτη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δεν την άφηνε καθόλου αδιάφορη.

Το 1777 ο Χαρμπούρης θα μεταβεί στο Παρίσι, όπου θα εκδώσει, με τη σύμπραξη και των αδελφών του, τη μελέτη «Μνημείο που ανεγέρθηκε προς δόξαν του Μεγάλου Πέτρου, ή συσχετισμός των εργασιών και των μηχανικών μέσων που χρησιμοποιήθηκαν για την μεταφορά στην Πετρούπολη ενός βράχου τριών χιλιάδων λιτρών βάρους, που προοριζόταν να αποτελέσει βάση για τον έφιππο ανδριάντα του αυτοκράτορος αυτού, μετά φυσικής και χημικής αναλύσεως του βράχου αυτού». Η έκδοση του βιβλίου, στο οποίο παρατίθενται και πολλές λιθογραφίες που παριστάνουν πολλά στάδια της διαδικασίας, είναι και μια ευκαιρία για προσωπική κάθαρση, αλλά και επιστημονική αποθέωση του Χαρμπούρη. Εκεί, πέρα από την περιγραφή του επιτεύγματος που παίρνει τη θέση της σε όλες τις μεγάλες βιβλιοθήκες, ο Μαρίνος αποκαλύπτεται με το πραγματικό του όνομα και ομολογεί δημόσια την βίαιη πράξη της νεότητάς του, αλλά και την επιθυμία του να ξαναγυρίσει και να αναπτύξει δράση στην αγαπημένη του πατρίδα.

Τα ρωσικά κεφάλαια, η γνωριμία στη Γαλλία με νέες καλλιεργητικές μεθόδους, η φιλοδοξία του Μαρίνου, αλλά και ένας καινούριος μεγάλος έρωτας στο Παρίσι, η Στεφανί, θα επισπεύσουν τις διαδικασίες. Οι πολέμιοί του και στο σημείο αυτό θα του προσάψουν ματαιοδοξία και άσωτη ζωή. Θα γυρίσει στην Πετρούπολη για να πάρει πίσω την οικογένειά του. Στο ταξίδι της επιστροφής προς την πατρίδα η μοίρα θα τον χτυπήσει για άλλη μια φορά, αφού θα χάσει τον μικρό του γιο σ’ ένα ναυάγιο.

Τίποτα όμως δεν μπορεί να σταματήσει την επιστροφή του στην πατρίδα. Μετά από μια στάση στη Βιέννη, όπου και διορίζεται πρόξενος στην Κεφαλονιά, θα φτάσει στη Βενετία, όπου θα επιτύχει μεθοδικά τρία πράγματα απαραίτητα για να προχωρήσει: Πρώτον, την αμνήστευση του εγκλήματός του. Δεύτερον, την έγκριση της Βενετικής Γερουσίας για την υλοποίηση του σχεδίου του για ανάπτυξη πρότυπων καλλιεργειών αποικιακών προϊόντων στην Κεφαλονιά. Τρίτον, την εξασφάλιση, με παραχώρηση της Βενετικής Διοίκησης, μιας τεράστιας έκτασης, περίπου 1000 βατσελίων, στην ελώδη περιοχή του Λιβαδιού, στη χερσόνησο της Παλικής.

Το 1778 είναι η χρονιά της οριστικής επιστροφής του στην Κεφαλονιά και της εγκατάστασης στην περιοχή του Λιβαδιού. Σύντροφοί του, η Στεφανί, ο γερμανός συνεργάτης του Idaster και ο Γάλλος γεωπόνος με πείρα στην καλλιέργεια αποικιακών φυτών Μποντύ.

Οι ιστορικοί διαφωνούν όχι μόνο σε ό,τι αφορά τις λεπτομέρειες, αλλά και για την ίδια την επιτυχία του φιλόδοξου σχεδίου. Αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε είναι ότι ο Χαρμπούρης προσπάθησε με μηχανικά αρδευτικά μέσα και πρωτοποριακές καλλιεργητικές τεχνικές, αφ’ ενός να μεγιστοποιήσει την καλλιεργήσιμη έκταση στην περιοχή, εξαλείφοντας τις όποιες απώλειες συνεπαγόταν η παρουσία του βάλτου, και αφ’ ετέρου να δημιουργήσει τις καταλληλότερες προϋποθέσεις για την καλλιέργεια των αποικιακών φυτών, υλοποιώντας παράλληλα και τις αναγκαίες υποδομές που απαιτούνταν για την επεξεργασία τους ώστε να είναι έτοιμα προς εμπορία. Το όραμά του δηλαδή ήταν η δημιουργία μιας κολλεκτίβας όπου θα εξασφαλιζόταν η αυτόνομη και αειφόρος λειτουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος άρδευσης, καλλιέργειας και επεξεργασίας αυτών των προϊόντων. Για το σκοπό αυτό προσέλαβε και πολλούς εργάτες, όχι μόνο από την Κεφαλονιά, αλλά και από τη Ζάκυνθο και τη Λακωνία.

Δεν γνωρίζουμε μέχρι ποιο ακριβώς σημείο κατόρθωσε να φτάσει αυτή η κολλεκτίβα. Το πιο πιθανό είναι ότι έγιναν οι κατάλληλες εργασίες διαμόρφωσης του εδάφους και αναπτύχθηκαν επιτυχώς οι πρώτες πειραματικές καλλιέργειες, όπως αυτή του ινδικού, δείγμα του οποίου ο Χαρμπούρης απέστειλε προς τη Βενετική κεντρική διοίκηση για να αποδείξει την επιτυχία του εγχειρήματός του. Η προσπάθειά του όμως δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, καθώς ο Μαρίνος, μαζί με τον Γάλλο γεωπόνο Μποντύ δολοφονήθηκαν, τέσσερα χρόνια μετά την επιστροφή στην Κεφαλονιά, το 1782, στο μικρό σπίτι που είχε αναγείρει στην περιοχή για να εποπτεύει καλύτερα τις εργασίες.

Η δολοφονία του Χαρμπούρη είναι ένα μυστήριο που καλείται να λύσει, με όλες τις δυσκολίες που απαιτεί αυτό, η επιστήμη της Ιστορίας. Ως φυσικοί αυτουργοί του φόνου συνελήφθησαν κάποιοι από τους Λάκωνες εργάτες της φυτείας, οι οποίοι προσπάθησαν να διαφύγουν μετά το έγκλημά τους. Λέγεται ότι κίνητρό τους ήταν η ληστεία. Μπήκαν, λέγεται, στο σπίτι με ειρηνικές διαθέσεις, ζητώντας την αμοιβή τους από τον Μαρίνο, και τελικά τον σκότωσαν. Γλίτωσε μόνο η Στεφανί, που ζήτησε καταφύγιο από τον γειτονικό γαιοκτήμονα Χωραφά. Υπάρχουν όμως κάποιες πτυχές της ιστορίας που δεν μπορούν να μη μας απασχολήσουν. Τις αναφέρουμε επιγραμματικά.

Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι η Βενετική φρουρά που είχε ζητήσει και λάβει ο Χαρβούρης για να τον προστατεύει όταν εγκαταστάθηκε στον έρημο εκείνο τόπο αποσύρθηκε λίγο πριν τον θάνατό του. Η Βενετία είναι σίγουρο ότι δεν είδε ποτέ με καλό μάτι την οικονομική διείσδυση ρωσικών κεφαλαίων στο νησί.

Έπειτα, ο ίδιος ο Χαρμπούρης, όπως μαρτυρεί και το σχετικό δημοτικό τραγούδι που δημοσιεύει ο Τσιτσέλης, φαίνεται ότι αντιμετώπιζε προβλήματα με τις πληρωμές των λακώνων εργατών, που έσφαξαν τον Χαρμπούρη για να του «πάρουνε το βιος», αφού και ο ίδιος τους έλεγε ότι θα τους πληρώσει μετά το τέλος των εργασιών. Κάποιοι μάλιστα τον κατηγορούν ότι ήταν εξαιρετικά βίαιος και αυταρχικός προκειμένου να πετύχει τους σκοπούς του – του προσάπτουν ακόμη και την ευθύνη για τον θάνατο του γερμανού συνεργάτη του, ο οποίος είχε διαμαρτυρηθεί για την μη καταβολή της αμοιβής του. Οι φήμες άλλωστε ότι ο Χαρμπούρης είχε μαζί του στο Λιβάδι αποθηκευμένα τα κεφάλαια του εγχειρήματος δημιουργούσαν ανάλογα κίνητρα.

Τέλος, παρά την προσπάθεια των κεφαλονιτών ιστορικών να ρίξουν όλη την ευθύνη αποκλειστικά στους φυσικούς αυτουργούς, τους Λάκωνες εργάτες, και τη σπουδή της Βενετίας να τους τιμωρήσει ενώ ήταν πολίτες άλλου κράτους, δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε και τον ανταγωνισμό με τους ντόπιους γαιοκτήμονες, ιδίως εκείνους που έβλεπαν τις προς βόσκηση εκτάσεις στην περιοχή να μειώνονται δραματικά εξ αιτίας των εργασιών του Χαρμπούρη, αλλά και μια νέα οικονομική δραστηριότητα να γεννιέται, που απειλούσε το λιμνάζον φεουδαρχικό status quo στην περιοχή.

Ίσως δεν θα μάθουμε ποτέ την αλήθεια για τον τραγικό θάνατο του Χαρμπούρη και το άδοξο τέλος του οράματός του – οι γραπτές πηγές δεν βοηθούν πολύ στην εξιχνίαση τέτοιου είδους εγκλημάτων. Η Ιστορία μπορεί να δώσει περισσότερες απαντήσεις για την κατάληξη μιας πραγματικής οδύσσειας ενός Κεφαλονίτη, που κατά μια παράδοξη ειρωνεία της τύχης ξεκίνησε με αίμα και τελείωσε με αίμα. Ίσως να βοηθήσει σ’ αυτό τους ιστορικούς και το αρχείο της οικογένειας που δωρήθηκε πριν από λίγα χρόνια από την Πήτρη Χαρμπούρη στο Κοργιαλένειο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο.

Ο Μαρίνος Χαρμπούρης έμεινε στην Ιστορία για το τεράστιο τεχνικό του επίτευγμα κι ίσως κάποιοι σκέφτονται πως έπρεπε να μείνουμε σ’ αυτό – να τον κρίνουμε από το έργο του και όχι από κάποια, άλλοτε φωτεινά κι άλλοτε μελανά σημεία της ζωής του. Το έργο, άλλωστε, είναι αυτό που μένει. Πιστεύω ωστόσο ότι είναι αδύνατο να κατανοήσεις το έργο και την πορεία ενός ανθρώπου αν δεν προσπαθήσεις, με όσα μέσα διαθέτεις, να κοιτάξεις βαθιά μέσα στην ψυχή του. Κι αυτό που ο Μαρίνος Χαρμπούρης είχε βαθιά εκεί μέσα, κατά τη γνώμη μου, και που ήταν ο κινητήριος μοχλός όλης της δράσης του, μπορεί να περιγραφεί με μια λέξη, με όλο της το φορτίο, και το θετικό και το αρνητικό. Μια λέξη που την είπε και την έγραψε και ο ίδιος. Μια λέξη που ποτέ του δεν την φοβήθηκε: Το πάθος.

Σχόλια

  1. Ευχαριστώ για την εξιστόρηση τέτοιων σημαντικών προσωπικοτήτων και γεγονότων που δείχνουν την αέναη προσπάθεια του ανθρώπου για πρόοδο που συχνά απαιτούν θυσίες.Ας μου επιτρέψετε να παρατηρήσω ,ότι το αναφερόμενο βάρος του βράχου (3000 λιτρών) δεν πρέπει να είναι ακριβές αφού ένα τέτοιο βάρος είναι ασήμαντο,περίπου 1380 κιλά.Αλλού έχω διαβάσει ότι είχε βάρος 2000 τόννους που είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα...Ευχαριστώ πολύ και εκτιμώ την προσπάθεια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει [κουβεντιάζοντας μ' ένα τραγούδι]

"Το χώμα βάφτηκε κόκκινο" του Βασίλη Γεωργιάδη και ο Μαρίνος Αντύπας

Τα σχολικά βιβλία χθες και σήμερα