Οι Προσολωμικοί ποιητές με τη ματιά του Γιώργου Ανδρειωμένου



Γιώργος Ανδρειωμένος
Η «Μασσαλιώτιδα» στα Επτάνησα. Ξαναδιαβάζοντας τους «Προσολωμικούς» ποιητές
 Σελίδες 272, Αθήνα: Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, 2016


Aux armes, citoyens,
Formez vos bataillons,
Marchons, marchons !
Qu'un sang impur
Abreuve nos sillons !


Πρόκειται για τους στίχους του ρεφραίν της «Μασσαλιώτιδος», του τραγουδιού του Γάλλου στρατιωτικού Claude Joseph Rouget de Lisle που γράφτηκε τρία χρόνια μετά τη Γαλλική Επανάσταση με αφορμή την κήρυξη πολέμου από τη Γαλλία εναντίον της Αυστρίας και έγινε ο εθνικός ύμνος της Γαλλίας, καλούν τους πολίτες να πάρουν τα όπλα για έναν αιματηρό αγώνα ενάντια στην τυραννία. Ο αγωνιστικός παλμός που ξεχειλίζει από τους στίχους και η εύκολη, από στόμα σε στόμα, διάδοση του τραγουδιού με τη βοήθεια της μελοποίησής του, λειτουργεί σαν πυρκαγιά που απλώνεται από άκρο σε άκρο της γαλλικής επικράτειας και ενώνει εκείνους στους οποίους απευθύνεται: Τους citoyens, τους πολίτες. Ο πολίτης, η ενεργός μονάδα του έθνους έρχεται να πάρει τη θέση του υπηκόου των απολυταρχικών καθεστώτων του παρελθόντος. Κι αυτή η καινούρια ιδέα διαχέεται σε όλα τα κοινωνικά στρώματα με έναν τρόπο περισσότερο τελεσφόρο από τις έξοχες αναλύσεις των μεγάλων θεωρητικών του Διαφωτισμού για το «Κοινωνικό Συμβόλαιο» και τα απαράγραπτα και φυσικά δικαιώματα των πολιτών. Με τραγούδια γραμμένα σε γλώσσα κατανοητή απ’ όλους. Αυτή που αποτελεί τη «μαγιά» για την «σύμπηξη» των τοπικών γλωσσικών ιδιωμάτων σε μια εθνική καθομιλουμένη γλώσσα.

Ο βηματισμός των πολιτών της «Μασσαλιώτιδος» φθάνει το 1797 στα Επτάνησα, με την έλευση των Δημοκρατικών Γάλλων. Σ’ αυτό το σημείο ξεκινά το «νήμα» του ξαναδιαβάσματος των Προσολωμικών ποιητών από τον Καθηγητή (και Αναπληρωτή Πρύτανη) του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Γιώργο Ανδρειωμένο, στη μελέτη του Η “Μασσαλιώτιδα” στα Επτάνησα: Ξαναδιαβάζοντας τους “Προσολωμικούς” Ποιητές, που κυκλοφόρησε στην, πολύτιμη για τη νεοελληνική φιλολογία, σειρά εκδόσεων του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη. Στην ίδια σειρά ο συγγραφέας έχει εδώ και δύο δεκαετίες συνεισφέρει με υποδειγματικές φιλολογικές εκδόσεις ποιητικών και πεζών έργων των Ιωάννη Βηλαρά (1995), Αθανασίου Χριστόπουλου (2001) και Ν. Γ. Καμπά (2002), αλλά και με μελέτες για τους Επτανήσιους στα σχολικά αναγνώσματα (2000), τα περιοδικά Το Νέον Κράτος και Η Νεολαία (2010 και 2012 αντίστοιχα), και ασφαλώς το πιο πρόσφατο (2013) Αναζητώντας τον «Άλλο» Κάλβο. Επιστημονικές ενασχολήσεις του στην Κέρκυρα (1826-1832). Ο Ανδρέας Κάλβος, ειρήσθω εν παρόδω, έχει απασχολήσει τον Γιώργο Ανδρειωμένο από τα πρώτα του ερευνητικά βήματα. Αναφέρουμε ενδεικτικά την έκδοση Συναπταί, Επιστολαί και Ευαγγέλια το 1988, την διδακτορική του διατριβή στο Μπέρμιγχαμ για την πρόσληψη του Κάλβου από τη νεοελληνική κριτική (1991), και την Βιβλιογραφία Ανδρέα Κάλβου (1818-1988) το 1993, αλλά και το συνοπτικό του εργογραφικό και βιβλιογραφικό χρονολόγιο Ο Κάλβος κι άλλη μια φορά (2007), και την έκδοση των τελευταίων του θρησκευτικών μεταφράσεων (2008). Ο Κάλβος αποτελεί ενδεικτικό μόνο παράδειγμα της πολύχρονης και συστηματικής ενασχόλησης του Γιώργου Ανδρειωμένου με τη λογοτεχνία του Ιόνιου χώρου, που συμπληρώνεται από πολλές ακόμη αυτοτελείς εκδόσεις, μελέτες και ανακοινώσεις σε συνέδρια, αλλά και συμμετοχές σε συλλογικά έργα, σημαντικότατο corpus που αναδεικνύει τον συγγραφέα σε εμπειρότατο ιχνηλάτη αυτής της τόσο ιδιαίτερης για την πνευματική ζωή του τόπου περιοχής των Επτανήσων.

Τούτο το βιβλίο, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας αποκαλύπτει στον πρόλογό του, «χτίστηκε» στα θεμέλια μιας ανακοίνωσης στο Πανιόνιο Συνέδριο της Κέρκυρας το 2014 και ενός πρόδρομου μελετήματος στα Κεφαλληνιακά Χρονικά της ίδιας χρονιάς, ωστόσο είναι πρόδηλο πως αποτελεί καρπό της μακρόχρονης επαφής του συγγραφέα με τα κείμενα της επτανησιακής λογοτεχνίας, σε όλο το φάσμα της και ασφαλώς και σε αυτήν την «προδρομική» περίοδό της. Η τομή που φέρνει αυτή η μελέτη στην ως τώρα δημοσιευμένη φιλολογική παραγωγή είναι ότι ο Ανδρειωμένος επιχειρεί μια θεώρηση της παραγωγής των (διαφορετικών αισθητικά και ιδεολογικά μεταξύ τους) ποιητών που εμφανίζονται στα Επτάνησα πριν τον Σολωμό, ενταγμένη στο ιστορικό (πολιτικό και ιδεολογικό) πλαίσιο εκείνων των ταραγμένων αλλά και κοσμογονικών χρόνων της Γαλλικής Επανάστασης και της διάδοσης των μηνυμάτων της σε ολόκληρη την Ευρώπη. Επισημαίνοντας ο ίδιος ο συγγραφέας ότι με τη μελέτη του αυτή δίνει το «εναρκτήριο λάκτισμα» για την περαιτέρω συστηματική μελέτη και έκδοση των έργων των ποιητών αυτών, μας καλεί να προσεγγίσουμε τα κείμενά τους κοιτάζοντάς τα μέσα από τον μακρόκοσμό τους: τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη και τον τρόπο μεταλαμπάδευσής τους στον Ιόνιο χώρο με «αγωγό» τον ηδυσμένο λόγο της ποίησης, και «σημείο μηδέν» τον ερχομό των Δημοκρατικών Γάλλων του Βοναπάρτη στα Επτάνησα, το 1797, μετά την κατάλυση της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας.

Ο συγγραφέας δεν μένει αδιάφορος απέναντι στην «παράδοση» του τόπου, την κληρονομιά της Βενετοκρατίας, αλλά και περαιτέρω των προσφυγικών ρευμάτων που έρχονταν από περιοχές του Ελληνισμού που έπεφταν στα χέρια των Οθωμανών, ρευμάτων τα οποία συμπαρέσυραν και λογοτεχνικά κείμενα, δημιουργώντας ένα εύφορο έδαφος για να «ανθίσουν» οι φιλελεύθερες, δημοκρατικές ιδέες των επαναστατημένων Γάλλων. Οι δύο σύντομες περίοδοι γαλλικής κυριαρχίας στα Επτάνησα, με ανάμεσά τους το βραχύβιο κράτος της Επτανήσου Πολιτείας φαίνεται πως ήταν καθοριστικές για την παραγωγή ποιητικών έργων άλλοτε με πολιτικά φορτισμένο περιεχόμενο κι άλλοτε όχι, άλλοτε υπέρ των αλλαγών που ευαγγελίζονταν οι Γάλλοι και άλλοτε υπέρ της διατήρησης του προηγούμενου status quo. Η δυναμική της εύκολης διάδοσης του μελοποιημένου ποιητικού λόγου, ο οποίος λειτούργησε πολλαπλασιαστικά για την εξάπλωση των επαναστατικών ιδεών συνδυάζεται με την (εμφορούμενη από την αντίληψη της προσβασιμότητας των επίσημων εγγράφων από όλα τα κοινωνικά στρώματα) καθιέρωση από τους Δημοκρατικούς Γάλλους μιας μορφής της καθομιλουμένης ελληνικής γλώσσας ως μία από τις χρησιμοποιούμενες από τη νέα διοίκηση γλώσσες. Αυτή η δυνατότητα «ανοίγει» το φάσμα και της λογοτεχνικής παραγωγής ως διαύλου έκφρασης των νέων ιδεών σε μια γλώσσα που ήταν κατανοητή από το λαό, αλλά ταυτόχρονα και της διατύπωσης του αντιλόγου της «παλαιάς τάξης πραγμάτων» επίσης σε μια νέα γλώσσα.

Με τον τρόπο αυτό τα Επτάνησα μετατρέπονται σε εργαστήριο λογοτεχνικής παραγωγής που χρησιμοποιεί φόρμες και μέτρα τόσο από την ιταλική ποίηση (να η βενετική παράδοση), αλλά και από την ελληνική λογοτεχνική παράδοση του δημοτικού τραγουδιού. Αυτή η παραγωγή αποτυπώνεται στο έργο πολλών και ετερόκλητων μεταξύ τους ποιητών που περισσότερο για λόγους ταξινόμησης συνηθίζουμε να αποκαλούμε «προσολωμικούς», και που αδιαμφισβήτητα αποτελούν βηματισμό της νεοελληνικής λογοτεχνίας προς την επόμενη και καθοριστικότερη στιγμή: Τη στιγμή που ο Σολωμός θα πραγματοποιήσει το «ποιοτικό» (γλωσσικά, αισθητικά, μορφολογικά) άλμα προς το καινούριο.

Το corpus της μελέτης του Γιώργου Ανδρειωμένου αποτελείται από πέντε επιμέρους κεφάλαια, που παρακολουθούν αυτή την πορεία του επτανησιακού χώρου υπό το πρίσμα των γεωπολιτικών και ιστορικών εξελίξεων της εποχής, μέσα στην οποία «ενσωματώνονται» και μέσω της οποίας αποκαλύπτονται, στο τέταρτο κεφάλαιο κάποιοι «προσολωμικοί». Η πλούσια τεκμηρίωση, η αναλυτική βιβλιογραφία και το ευρετήριο καθιστούν τη μελέτη πολύτιμο εργαλείο στα χέρια του ερευνητή που επιθυμεί να προχωρήσει σε περαιτέρω, εξειδικευμένη έρευνα για τις κατ’ ιδίαν περιπτώσεις, ενώ στο τέλος του βιβλίου το εικονογραφικό παράρτημα είναι επίσης βοηθητικό για την κατανόηση της «περιρρέουσας ατμόσφαιρας» της εποχής.

Σημαντική για τη «λειτουργικότητα» της μελέτης όμως είναι και η εκτενής ανθολόγηση ποιημάτων, αφ’ ενός προσολωμικών ποιητών (ανθολογούνται οι Σιγούρος, Ξανθόπουλος, Μαρτελάος, Κούρτσολας, Δανελάκης, Αυξέντιος, ο άγνωστος ποιητής της «Μιμήσεως άσματος πολίτου Γκυς», Λογοθέτης-Γούλιαρης και Κουτούζης), και αφ’ ετέρου γαλλικών ποιημάτων της εποχής της Γαλλικής Επανάστασης, μεταξύ των οποίων και η «Μασσαλιώτιδα», ώστε ο ερευνητής να μπορεί να μελετήσει συγκριτικά τα ποιήματα, έχοντας προηγουμένως έρθει σε επαφή με την ιστορική-πολιτική πραγματικότητα της εποχής.

Είναι πολύ σημαντικό, πέρα από την αισθητική προσέγγιση των κειμένων να προσεγγίζει κανείς, με ιστορική γνώση και ερευνητική σχολαστικότητα, την «πολιτική διάσταση» της λογοτεχνικής παραγωγής: την επίδραση των πολιτικών και ιδεολογικών εξελίξεων στα λογοτεχνικά έργα, αλλά και την «πολιτική» λειτουργία των λογοτεχνικών έργων, καθώς οι Ευρωπαίοι, χιλιάδες χρόνια μετά την Αρχαία Αθήνα, ανακαλύπτουν ξανά την έννοια του «πολίτη». Και σ’ αυτή την καινούρια θεώρηση των Επτανησίων λογοτεχνών η συμβολή του Γιώργου Ανδρειωμένου είναι αδιαμφισβήτητα πολύτιμη.
Ηλίας Τουμασάτος
Πρώτη Δημοσίευση: "Κεφαλληνιακά Χρονικά"

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει [κουβεντιάζοντας μ' ένα τραγούδι]

"Το χώμα βάφτηκε κόκκινο" του Βασίλη Γεωργιάδη και ο Μαρίνος Αντύπας

Τα σχολικά βιβλία χθες και σήμερα